ΘΕΣΠΡΩΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ
Ιουλίου 30, 2022
0
Ηγουμενίτσα: Η πρωτεύουσα της Γεύσης… - Της Άννας Στεργίου*
Γιατί ο τουρίστας δεν μένει στην Ηγουμενίτσα; Γιατί έρχεται για κρουαζιέρα στα Μετέωρα; Φτάνει ένα αρχαιολογικό μουσείο, όταν η πόλη δεν έχει ιστορικό κέντρο; Ας είμαστε ειλικρινείς μεταξύ μας. Η Ηγουμενίτσα είναι μία πανέμορφη πόλη, συνδυάζει βουνό και θάλασσα και σε απόσταση αναπνοής έχει εξαιρετικές παραλίες. Όμως, είναι μία νέα πόλη – λιμάνι, που για να βρεις να παρκάρεις, αγανακτείς, ιδίως, αν δεν την γνωρίζεις.
Παντού απαγορευτικές σημάνσεις, σε βαθμό υπερβολής, που την καθιστούν αδιάβατη. Επομένως, το πρόβλημα του πάρκινγκ, όχι μόνο για τον τοπικό πληθυσμό, αλλά κατεξοχήν για κάποιον ταξιδιώτη, που θέλει να ξοδέψει λεφτά στην πόλη ή και να μείνει έστω ένα βράδυ, είναι τρομακτικό. Κι αυτό συμβαίνει ενώ η πόλη θα μπορούσε να κερδίσει χρόνο με το λεγόμενο smart parking, που εφαρμόζεται ήδη σε αεροδρόμια.
Η πραγματικότητα των ταξιδιωτών – αστραπή και η Ηγουμενίτσα
Τα λιμάνια κι αυτό δεν αφορά μόνο στην Ηγουμενίτσα έχουν περαστικό κόσμο. Ο οδηγός, που οδεύει προς Κέρκυρα ήδη έχει μπουχτίσει π.χ. από το ταξίδι από την Αθήνα. Θέλει να ξεκουραστεί, να πιει έναν καφέ, ενδεχομένως να τσιμπήσει κάτι. Αν έχει λίγο παραπάνω χρόνο θέλει να κάνει βόλτα στην πόλη. Όμως, ούτε τους ταξιδιώτες κρουαζιέρας μπορεί να ικανοποιήσει η Ηγουμενίτσα, αφού είναι χτισμένη για τις ανάγκες των ντόπιων κι όχι των ξένων καταναλωτών. Το εμπορικό κέντρο έχει μία βάση αλλά είναι διάσπαρτο στις αγορές. Και δεν υπάρχει ιστορική αγορά ή έστω μία σύγχρονη αγορά – κόσμημα από τους τόσους εξαιρετικούς ζωγράφους – εικαστικούς που έχει η Ήπειρος. Επιπλέον, οι ιστορικοί τόποι είναι ασύνδετοι με την πόλη (από άποψη σημάνσεων, διαδρομών, αξιοποίησης) με εξαίρεση το αρχαίο θέατρο, που υπάρχει ένας δρόμος αλλά ο περιβάλλων χώρος είναι αναξιοποίητος.
Η βόλτα στην περιοχή των Φιλιατών, του Σουλίου, της Παραμυθιάς, των Συβότων ή του Αχέροντα λόγω και των προβλημάτων στο οδικό δίκτυο θέλει χρόνο. Οι τουρίστες, που έρχονται οδικώς από άλλες περιοχές ή μέσω κρουαζιέρας δεν έχουν άπλετο χρόνο. Είναι ταξιδιώτες – βολίδα. Αν, όμως, κάτι στην πόλη τους κεντρίσει το ενδιαφέρον μπορούν και να ψωνίσουν και να ξανάρθουν για διακοπές στη Θεσπρωτία.
Η έλλειψη γαστρονομικής ταυτότητας
Η πόλη προσφέρεται για βόλτα με τα πόδια και φαγητό ή ποτό. Όμως, δεν νοείται η Θεσπρωτία που έχει βγάλει εξαιρετικούς μάγειρες, κι έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές σερβιτόρων για βιοποριστικούς λόγους, να μην παρουσιάζει φαγητό με ταυτότητα, παρά τις όποιες φωτεινές εξαιρέσεις.
Που είναι οι ηπειρώτικες πίτες στα μαγαζιά; Γιατί οι ταξιδιώτες αγνοούν πως η Ηγουμενίτσα έχει δικό της ψάρι; Ποιος λέει στον επισκέπτη ότι οι Θεσπρωτοί ήταν ψαράδες από αρχαιοτάτων χρόνων; Ό,τι στη Σαγιάδα οι κάτοικοι φορούσαν βράκες κι έχει εξαιρετική γαρίδα;
Πόσοι γνωρίζουν πως η Θεσπρωτία έχει την «προστατευόμενη» ελιά Μπολιάνα; Ό,τι έχει πεντανόστιμο αγουρέλαιο; Που είναι τα υπέροχα τυριά της Παραμυθιάς στα μαγαζιά; Πόσοι ξέρουν τα κρασιά από τις περιοχές των Φιλιατών; Ή τα εσπεριδοειδή και τα ακτινίδια της Νέας Σελεύκειας και της Σαγιάδας; Γιατί ενώ έχουμε τόσο γάλα δεν έχουμε θεσπρωτικό παγωτό στα μαγαζιά;
Οι Θεσπρωτοί κι η εστίαση
Η Θεσπρωτία έχει και το ανθρώπινο κεφάλαιο και τις δυνατότητες να αναπτύξει τη γαστρονομία της. Απόδημοι Ηπειρώτες πρωτοστατούν στον χώρο της εστίασης, όπου Γης…
Θεσπρωτοί παραδοσιακοί αγρότες και κτηνοτρόφοι, ζουν σε οικονομικό μαρασμό ενώ ο τουρισμός στα Σύβοτα, στην Πέρδικα, στην Ηγουμενίτσα μπορεί να δώσει διέξοδο. Το μπόλιασμα του τουρισμού με την αγροτοκτηνοτροφική παραγωγή της περιοχής προσθέτει μεγαλύτερη δυναμική και στο τουριστικό – επισιτιστικό προϊόν. Όμως, το ξενοδοχείο ή το εστιατόριο δεν μπορεί να ψάχνει εκατό προμηθευτές, για να βρει ένα προϊόν…
Ποιος ταξιδιώτης δεν θα λάτρευε τις υπέροχες θεσπρωτικές γαλατόπιτες; Τις ζυμαρόπιτες; Τα τυριά από χωριά της Παραμυθιάς και του Μαργαριτίου; Το εξαιρετικής ποιότητας μέλι; Τα γλυκά του ταψιού και του κουταλιού; Ποιος Έλληνας τουρίστας αλήθεια δεν θα δοκίμαζε λ.χ. το κρέας, που έτρωγαν οι σουλιώτικες φάρες; Έλεος, τα παραδοσιακά τυριά κι οι πίτες να εμφανίζονται από τα θεσπρωτικά νοικοκυριά, μόνο για χάρη των τηλεοπτικών συνεργείων.
Τρία νέα μουσεία χρειάζεται να διεκδικήσει η πόλη
Αντί να κάνουμε ανακύκλωση της μιζέριας, μετά την έξοδο των ΤΕΙ που πρέπει άμεσα να επιστρέψουν, η Ηγουμενίτσα ως πόλη πρέπει άμεσα να διεκδικήσει τρία μουσεία: Ένα Μουσείο Αποδήμων, το οποίο θα είναι σε επαφή μ’ όλες τις ηπειρώτικες κοινότητες – θεσπρωτικές αδελφότητες της Ελλάδας και του εξωτερικού, ένα Μουσείο Αρτοποιών κι ένα Μουσείο της Γεύσης.
Η Ηγουμενίτσα να γίνει η πόλη της Γεύσης.
Α) Το πρώτο μπορεί να λειτουργήσει ως πυλώνας επαφής με τον απόδημο ελληνισμό. Όλοι θα βγουν κερδισμένοι και πάνω απ΄όλα οι απόδημοι της Θεσπρωτίας, ώστε να έχουν επαφή εκείνοι και τα παιδιά τους με την ελληνική γλώσσα. Η πόλη μπορεί και πρέπει να λειτουργήσει ως στέκι αποδήμων και σημείο αναφοράς της νέας γενιάς αποδήμων.
Β) Το μουσείο Αρτοποιών θα παρουσιάζει την ιστορία των Ηπειρωτών αρτοποιών, τα ψωμιά του λατρευτικού κύκλου, τα θρησκευτικά ψωμιά κ.ά. Αυτό το μουσείο μπορεί να δώσει στην πόλη την εξωστρέφεια και νέα τεχνογνωσία και δυνάμει να συνδεθεί με ένα νέο τμήμα ΤΕΙ. Μπορεί να λειτουργήσει για σεμινάρια, να συνδεθεί με μουσεία αρτοποιών στο εξωτερικό, λειτουργώντας ως εργαστήρι δεξιοτήτων και για νέα παιδιά. Η Ελλάδα πλέον πέρα από τα ξενοδοχεία, έχει καταφέρει να δημιουργήσει εξαγωγική δυναμική στα αρτοσκευάσματα και τις πίτες.
Μπορεί να λειτουργήσει ως χώρος έρευνας για νέες γεύσεις άρτου, που βασίζονται στις σύγχρονες μελέτες για τη διατροφή, τις ειδικές ομάδες πληθυσμού σε συνεργασία με το Χαροκόπειο, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο κ.ά. Στόχος η πόλη να μπορεί να διοργανώνει κι εκδηλώσεις και φεστιβάλ γεύσης και για ειδικές ομάδες του πληθυσμού με διατροφικά προβλήματα. Οι Θεσπρωτοί αρτοποιοί και ζαχαροπλάστες να δημιουργήσουν τα μεγάλα ψωμιά, για βραβείο Γκίνες ώστε να προσελκύσει η πόλη επισκέπτες κι εκείνοι πελατεία.
Γ) Το τρίτο κι εξίσου σημαντικό, που θα πρέπει αύριο το πρωί να σχεδιαστεί είναι το μουσείο της Γεύσης. Ένα μουσείο, που θα είναι ο πυρήνας αλλά θα μπορέσει να λειτουργήσει ακτινωτά δίνοντας προοπτική στα μαγαζιά της πόλης. Ταυτόχρονα θα μπορέσει να δημιουργήσει παράλληλες εκδηλώσεις και στις υπόλοιπες περιοχές της Θεσπρωτίας με φεστιβάλ γεύσης, συνδεδεμένο με τη γιορτή τσιπούρας στη Σαγιάδα, τον Λάμποβο κ.ά. και θα υπάρχει και διαγωνιστική διαδικασία, για τους παραγωγούς και τους ξενοδόχους, που παρουσίασαν κάτι καινούργιο φαγητό, γλυκό ή ποτό.
Μέχρι στιγμής ο ξένος επισκέπτης ουδεμία επαφή με το κατσικίσιο γάλα, το κρέας προβάτου, τα μικρά ντόπια μοσχάρια. Ακόμη και τα αβγά στη Θεσπρωτία είναι εξαιρετικής ποιότητας και γεύσης. Τα Ζαγοροχώρια κέρδισαν το στοίχημα, όχι μόνο λόγω της αρχιτεκτονικής αλλά επειδή υπήρχε η περίφημη πίτα της κυρά Κικίτσας.
Η πόλη της Ηγουμενίτσας μπορεί να επιμηκύνει τον χρόνο παραμονής των ταξιδιωτών προσφέροντας εξαιρετικό φαγητό από το μικρό μαγαζάκι έως το πλέον φινετσάτο πιστοποιημένο εστιατόριο. Πρέπει να καθιερωθεί μέσα από το μουσείο και το βραβείο Γεύσης Καταναλωτών θα προσελκύσει κόσμο και θα υπάρξουν κίνητρα για κάτι καλύτερο, νοστιμότερο, υγιεινότερο. Κι αυτό πρέπει να συνοδευτεί από καλλιτεχνικό φεστιβάλ με θεατρικές και μουσικές παραστάσεις, ντοκιμαντέρ σχετιζόμενα με την τροφή.
Οι γυναίκες της Θεσπρωτίας μπορούν να πρωτοστατήσουν στον αγώνα δρόμου για την επιβίωση, μέσω αγροτικού συνεταιρισμού παραδοσιακών φαγητών και γλυκών, κατά μόνας ή μέσω του θεσμού της οικοτεχνίας. Ειδικά στη βόρεια και τη νότια του πλευρά του νομού, που οι δουλειές είναι δυσεύρετες μπορούν να εξασφαλίσουν ένα πρόσθετο οικογενειακό εισόδημα αρχικά και στη συνέχεια μία προοπτική για μόνιμη δουλειά δίνοντας την παραγωγή τους σε τοπικά μαγαζιά, εστιατόρια και ξενοδοχεία.
Φυσικά, το χτίσιμο γαστρονομικής ταυτότητας δεν μπορεί να γίνει από τη μία μέρα στην άλλη. Ξενοδοχεία, καταλύματα μαγαζιά, κάμπινγκ και στην Ηγουμενίτσα και παραγωγοί θα πρέπει να ομονοήσουν. Κι αυτό πρέπει να γίνει με οργανωμένο σχέδιο και μαζικά και χωρίς τον μόνιμο καημό για τα αρχηγιλίκια. Η Πίνδος, η Δωδώνη, ο Νιτσιάκος, το Ζαγόρι ξεχώρισαν και στέκονται στην αγορά παρά τις επιμέρους αλλαγές στο εγχώριο και διεθνές περιβάλλον, γιατί το τιμόνι το έχουν άνθρωποι, που ξέρουν.
Η γαστρονομία ακουμπά στην Ιστορία του τόπου κι έχει αποδειχτεί ότι αποτελεί τον 3ο έως 5ο παράγοντα επίσκεψης ενός τουρίστα στη χώρα μας. Η συμβολαιακή γεωργία μπορεί να δώσει τη δυνατότητα να συνεργαστούν σοβαρά οι αγρότες με τα καταλύματα, τα κάμπινγκ και τα ξενοδοχεία είτε μέσω αγροτικών συνεταιρισμών είτε μέσω Ομάδων Παραγωγών. Ας μην ξεχνάμε πως πάντα οι παρέες γράφουν ιστορία…
* H Άννα Στεργίου είναι Θεσπρωτή, δημοσιογράφος, κοινοβουλευτική συντάκτρια και συγγραφέας
ΠΗΓΗ: vdella.com